top of page

ΤΟ ΘΩΡΗΚΤΟ ΠΟΤΕΜΚΙΝ

 

 

Η ανταρσία στο Θωρηκτό Ποτέμκιν

 

Η υπόθεση βασίζεται στην ανταρσία των ναυτών του θωρηκτού Ποτέμκιν, που έγινε στις 27 Ιουνίου του 1905. Το 1905, οι Ρώσοι πολεμούσαν με την Ιαπωνία και οι συνεχείς ήττες των Ρώσων ήταν καταστροφικές για το ηθικό των ναυτών, οι οποίοι έπρεπε να ανέχονται και τη βάναυση συμπεριφορά των αξιωματικών.

Αφορμή για την ανταρσία της 27η Ιουνίου ήταν το χαλασμένο κρέας του συσιτίου. Οι ναύτες αρνήθηκαν να το φάνε και παραπονέθηκαν στους ανώτερούς τους. Ο αξιωματικός Ιππόλυτος Γκιλιαρόβσκι ήταν αδίστακτος στην αντιμετώπιση των ναυτών. Απείλησε ότι θα εκτελέσει όποιον δεν φάει το συσσίτιο. Ο Γκριγκόρι Βακουλίντσουκ, που είχε εκπροσωπήσει τους ναύτες, συνέχισε να διαμαρτύρεται και ο Γκιλιαρόβσκι τον πυροβόλησε. Η εν ψυχρώ εκτέλεση εξόργισε τους υπόλοιπους και επαναστάτησαν. Έριξαν τον Γκιλιαρόβσκι στη θάλασσα και σκότωσαν 7 απ’ τους 18 αξιωματικούς του θωρηκτού. Όταν το πλοίο πέρασε στην κατοχή τους, οι ναύτες οργάνωσαν μία επιτροπή, με επικεφαλής τον Αφανάσι Ματουσένκο και αποφάσισαν την επόμενη κίνησή τους.

Πήγαν στην Οδησσό, όπου είχε ξεκινήσει γενική απεργία και η πόλη είχε παραλύσει. Οι ναύτες δεν αποβιβάστηκαν απ’ το πλοίο, για να βοηθήσουν τους εξεγερμένους κατοίκους. Περίμεναν να φτάσουν άλλα πλοία απ’ το Στόλο της Μαύρης Θάλασσας, γιατί είχαν μάθει ότι είχαν ξεσπάσει ανταρσίες στα περισσότερα. Τα πλοία δεν εμφανίστηκαν και οι ναύτες του Ποτέμκιν αποφάσισαν να κηδέψουν τον αδικοχαμένο Γκριγκόρι Βακουλίντσουκ.

Κατέβηκαν στην Οδησσό και η κηδεία του ναύτη εξελίχτηκε σε πολιτική διαμαρτυρία. Ο στρατός προσπάθησε να τους συλλάβει, αλλά απέτυχε. Οι αξιωματικοί είχαν καταπνίξει τις ανταρσίες στα υπόλοιπα θωρηκτά του στόλου και το Ποτέμκιν βρέθηκε ανυπεράσπιστο.

 

Το θωρηκτό έφυγε κυνηγημένο απ’ την Οδησσό για το λιμάνι της Κοστάντα της Ρουμανίας, όπου ήλπιζαν ότι θα έβρισκαν τις απαραίτητες προμήθειες.

Οι Ρουμάνοι αρνήθηκαν να τους εξυπηρετήσουν και το Ποτέμκιν στράφηκε στο λιμάνι της Θεοδοσίας στην Κριμέα. Δεν βρήκαν βοήθεια ούτε εκεί.

Οι ναύτες δεν είχε φαγητό, νερό και είχαν αρχίσει να καυγαδίζουν μεταξύ τους. Αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στην Κοστάντα, όπου οι Ρουμάνοι δέχτηκαν να τους προσφέρουν άσυλο και προμήθειες, υπό την προϋπόθεση να εγκαταλείψουν το θωρηκτό. Οι ναύτες συμφώνησαν και παρέδωσαν το Ποτέμκιν, το οποίο μετονομάστηκε σε Παντελεήμων και πέρασε πάλι στα χέρια του ρώσικου ναυτικού.

 

Το 1907, ο Ματουσένκο προσπάθησε να επιστρέψει στη Ρωσία με ψεύτικο όνομα, όμως συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο.

 

Η ανταρσία θεωρήθηκε «προάγγελος» της ρωσικής Επανάστασης και με αυτό το μήνυμα κατά νου, ο Αϊζενστάιν γύρισε τη θρυλική ταινία.

 

Οι σκάλες της Οδησσού

 

Η σκηνή που έχει μείνει αξέχαστη σε όλους τους θεατές, είναι οι «Σκάλες της Οδησσού».

 

Στην ταινία, οι στρατιώτες του Τσάρου κατεβαίνουν απειλητικά τις τεράστιες σκάλες της Οδησσού. Ο κόσμος

τρέχει να σωθεί, ποδοπατώντας όποιον βρεθεί μπροστά του. Μία μητέρα χάνει τον μικρό της γιο, ο οποίος

ποδοπατείται απ’ το πλήθος. Ένα καρότσι με ένα μωρό, κατρακυλά στις σκάλες, ενώ αίμα τρέχει από τα μάτια

μίας γυναίκας που φοράει γυαλιά.

 

Ο Αϊζενστάιν χρησιμοποίησε τις πρωτοεμφανιζόμενες τεχνικές του μοντάζ, για να προκαλέσει έντονη

συναισθηματική φόρτιση στο κοινό.

 

Την εποχή που κυκλοφόρησε η ταινία, ο κόσμος είχε σοκαριστεί απ’ τη βίαιη σκηνή. Ο στρατός δεν βρέθηκε

ποτέ στις σκάλες της Οδησσού. Είχαν υπάρξει εντάσεις κατά τη διάρκεια της γενικής απεργίας και ο στρατός

είχε ενεργό ρόλο, αλλά ο σκηνοθέτης «διόγκωσε» τα γεγονότα, για τις ανάγκες της ταινίας. Ακόμα και σήμερα,

που έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε αίμα και βία στη μεγάλη οθόνη, τα τραγικά πρόσωπα στις σκάλες της

Οδησσού, με το αριστοτεχνικό μοντάζ του Αϊζενστάιν, είναι αδύνατο να μην συγκινήσουν.

 

(Άρθρο στη Μηχανή του χρόνου)

 

Σήμερα

 

Αρχικά το «Θωρηκτό Ποτέμκιν» δεν σημείωσε ιδιαίτερη επιτυχία, γεγονός που στενοχώρησε τον δημιουργό του. Επιπλέον, στις χώρες της Ευρώπης θεωρήθηκε αρχικά ιδιαίτερα προκλητική και απαγορεύτηκε. Μέχρι το 1954, το «Θωρηκτό Ποτέμκιν» δεν είχε προβληθεί στην Αγγλία και την Ευρώπη. Ωστόσο, σήμερα η ταινία έχει αναγνωριστεί ως η κορυφαία του βωβού κινηματογράφου.

 

Η ταινία έχει διάρκεια 65 λεπτά και αποτελείται από πέντε επεισόδια. Ο Αϊζενστάιν επέλεξε να χρησιμοποιήσει στην ταινία ερασιτέχνες ηθοποιούς προσδοκώντας πιο φυσικές ερμηνείες. Η ταινία μοιάζει περισσότερο με δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ ενώ αποτελεί μια μελέτη πάνω στη χρήση του μοντάζ. Ακόμη και σήμερα παραμένει στην αφρόκρεμα του κινηματογράφου κυρίως εξαιτίας της συμμετρίας και της δύναμης των εικόνων της. Το μοντάζ της διδάσκεται.

 

bottom of page